Δεκτή Ανακοπή κατά Κατάσχεσης – Ακύρωση Κατασχετήριας Έκθεσης – Ματαίωση του Πλειστηριασμού Κύριας Κατοικίας που είχε ορισθεί για τα τέλη Απριλίου 2025 ( Αθήνα, Απρίλιος 2025)
Με την υπ.αρ. 972/2025 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, έγινε δεκτή η ανακοπή μας κατά της κατασχετήριας έκθεσης της εντολέως μας με αποτέλεσμα να μην διεξαχθεί ο πλειστηριασμός που είχε ορισθεί για τα τέλη Απριλίου 2025.
Ειδικότερα, κατόπιν αδυναμίας εκπλήρωσης της οφειλής από την εντολέα μας, το Fund που είχε αναλάβει τη διαχείριση της αξίωσης, μη δεχόμενο μια βιώσιμη ρύθμιση επέτυχε την έκδοση Διαταγής Πληρωμής. Εν συνεχεία προχώρησε στην κατάσχεση του ακινήτου (ένα διαμέρισμα που αποτελεί την κύρια κατοικία της εντολέως μας και της οικογένειας της) και την επίσπευση Πλειστηριασμού κατά της κύριας κατοικίας της για ποσό 50.000 ευρώ.
Ασκήσαμε ανακοπή νόμιμα και εμπρόθεσμα προκειμένου να ακυρωθεί η Κατασχετήρια Έκθεση και συνεπώς η ίδια η κατάσχεση και να μην γίνει ο Πλειστηριασμός.
Το Δικαστήριο έκανε δεκτή την ανακοπή μας κατά της κατάσχεσης. Ειδικότερα δέχθηκε τον λόγο ανακοπής μας πως η κατασχετήρια έκθεση ήταν εντελώς αόριστη ως προς τη φύση και το είδος του μέρους της απαίτησης για το οποίο επισπεύδεται η αναγκαστική εκτέλεση, με αποτέλεσμα αυτή να μην είναι εκκαθαρισμένη.
Συγκεκριμένα δέχθηκε πως επήλθε μετάπτωση της επίμαχης απαίτησης της καθ’ ης η ανακοπή σε βάρος της ανακόπτουσας σε ανεκκαθάριστη, δοθέντος ότι με βάση τα αναφερόμενα στο ιστορικό της ανακοπής, η επίδικη αναγκαστική κατάσχεση επιβλήθηκε για «το ποσό των 50.000 ευρώ, που αποτελεί μέρος του κεφαλαίου και των τόκων του άρθρου 150», χωρίς να διευκρινίζεται εάν επιβλήθηκε για μέρος του κεφαλαίου, και στο ποσό των 50.000 ευρώ, ποιο ποσό αντιστοιχεί σε κεφάλαιο και ποιο σε τόκους, αλλά και ποιοι είναι οι τόκοι του άρθρου 150 που αναφέρονται αορίστως, ούτε έστω διαλαμβάνεται αναλογικός περιορισμός του όλου αιτήματος που θα οδηγούσε σε σύμμετρη ποσοστιαία μείωση εκάστου κονδυλίου, ώστε να είναι αρκούντως ορισμένος ο περιορισμός και να μην επιφέρει την μετάπτωση της απαίτησης σε ανεκκαθάριστη κατ’ άρθρο 633 ΚΠολΔ), αφού, λόγω του ανωτέρω περιορισμού, δεν είναι σαφές αν περιλαμβάνονται (και σε ποιο ύψος) στο ποσό της κατάσχεσης. Ως εκ τούτου δεν προκύπτει η ποσότητα της παροχής, αλλά και το ποιόν αυτής.
Εν όψει των ανωτέρω, κρίθηκε νόμιμος και βάσιμος ο λόγος ανακοπής μας, με εντεύθεν συνέπεια να ακυρωθεί η κατάσχεση και να ματαιωθεί η διενέργεια του πλειστηριασμού κατά της κύριας κατοικίας.
Δυνατότητα παροχής νομολογίας σε συναδέλφους.